Παρασκευή 2 Ιουλίου 2010

Μέλισσες και νερό

Εξασφάλιση νερού στις μέλισσες

Η εξασφάλιση νερού στις μέλισσες αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για μια επιτυχημένη ανάπτυξη του μελισσιού και μία καλή παραγωγή. Η ωοτοκία της βασίλισσας και η επέκταση της γονοφωλιάς επηρεάζεται άμεσα από την επάρκεια νερού στην κυψέλη. Οι μέλισσες μπορούν για ένα διάστημα να εκθρέψουν γόνο χωρίς να έχουν στη διάθεσή του γύρη, μετακινώντας πρωτείνες από άλλα σημεία του σώματός τους προς τους αδένες παραγωγής βασιλικού πολτού, δεν μπορούν όμως να εκθρέψουν γόνο χωρίς νερό.

Το νερό είναι απαραίτητο στις μέλισσες για :
• τη ρύθμιση της θερμοκρασίας της φωλιάς
• την αραίωση του μελιού ή του πυκνού σιροπιού, που τους δίνεται ως τροφοδότηση, ώστε να παρασκευάσουν το μίγμα με το οποίο ταίζουν τον γόνο
• να διαλύσουν την κρυσταλλική ζάχαρη ή το ζαχαρωμένο μέλι
• να διατηρήσουν τη σχετική υγρασία μέσα στ κελί στα επιθυμητά επίπεδα, ώστε να μπορέσει το ωό που ωοτοκεί η βασίλισσα να εκκολαφθεί και να μην αποξηρανθεί
• να επιβιώσουν ως οργανισμοί, καθώς όπως και στον άνθρωπο το 60% του όγκου του σώματός τους αποτελείται από νερό.
Συμπεριφορά των μελισσών κατά τη συλλογή νερού :
Σε κάθε μελίσσι υπάρχει μία εξειδικευμένη ομάδα μελισσών, που ασχολείται αποκλειστικά με τη συλλογή και μεταφορά νερού στην κυψέλη. Οι μέλισσες αυτές το 70% του νερού που συλλέγουν και μεταφέρουν στον πρόλοβό τους, σε οικιακές μέλισσες, οι οποίες με τη σειρά τους παίζουν τον ρόλο των αποθηκών νερού. Το υπόλοιπο νερό (30%) περνά στ κυρίως στομάχι της ‘νεροκουβαλήτρας’ μέλισσας. Ένα μικρό μέρος χρησιμοποιείται και το υπόλοιπο αποβάλλεται με τα περιττώματα.
Όταν οι εργάτριες μέλισσες έχουν ανάγκη για νερό μπορούν να πετάξουν ακόμα και σε χαμηλότερες θερμοκρασίες, από εκείνες στις οποίες πετάνε για να συλλέξουν νέκταρ. Ιδιαίτερα κατά τους μήνες Μάρτιο - Μάιο, οπότε και αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς η γονοφωλιά και οι ανάγκες για νερό είναι μεγάλες, μπορούν να πετάξουν και σε θερμοκρασία 7°-10° C .
Οι μέλισσες συλλέγουν νερό θερμοκρασίας 18°-32° C , ενώ αγνοούν νερό θερμοκρασίας μεγαλύτερης των 36° C . Επίσης προτιμούν νερό με αλάτι, όταν όμως η περιεκτικότητα του αλατιού στ νερό ξεπεράσει το 1%, τότε οι μέλισσες δεν το συλλέγουν.

Οι ανάγκες ενός μελισσιού σε νερό :
Οι μέλισσες ενός μελισσιού συλλέγουν περίπου 0,5 του λίτρου νερό ανά ημέρα. Σε ζεστές ημέρες η ποσότητα αυτή μπορεί να φτάσει τα 2 λίτρα, ενώ έχει υπολογιστεί ότι όταν επικρατεί καύσωνας ένα μελίσσι μπορεί να συλλέξει έως και 5 λίτρα νερού την ημέρα.
Μία συλλέκτρια νερού κάνει 56 περίπου ταξίδια ανά ημέρα, τα οποία μπορούν να γίνουν και 100, σε ημέρες εντατικής συλλογής νερού. Το κάθε ταξίδι διαρκεί περίπου 3-10 λεπτά και το κάθε φορτίο αρκεί για 20 περίπου προνύμφες

Ποτίστρες νερού :
Το νερό μπορεί να δοθεί στις μέλισσες είτε απ’ ευθείας, με τροφοδότες μέσα στην κυψέλη, είτε με εξωτερικούς τροφοδότες.
Α. Εσωτερικοί τροφοδότες νερού :
Η τοποθέτηση νερού μέσα στην κυψέλη βοηθά ιδιαίτερα κατά τις πολύ ζεστές ημέρες, ώστε να μην μειωθεί ο ρυθμός ωοτοκίας της βασίλισσα, να διατηρηθεί ο πληθυσμός του μελισσιού και να αυξηθούν οι αποδόσεις του. Ιδιαίτερα απαραίτητο είναι το νερό μέσα στην κυψέλη, όταν τα μελίσσια μετακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις, με φορτηγά, πλοία κ.α. και πρόκειται να παραμείνουν κλειστά για πολλές ώρες, ή όταν πρέπει να παραμείνουν κλειστά λόγω αεροψεκασμών.

Νερό μέσα στην κυψέλη μπορεί να τοποθετηθεί με :
• άδειες κηρήθρες που γεμίζονται με νερό και τοποθετούνται στις πλαϊνές θέσεις
• τροφοδότες εισόδου, ατμοσφαιρικής πίεσης τύπου Boardman
• τροφοδότες οροφής, προσαρμοσμένοι στ εσωτερικό καπάκι, τύπου Miller
• τροφοδότης πλαίσιο, που τοποθετείται στις ακριανές θέσεις της κυψέλης
• σφουγγάρι εμποτισμένο με νερό, που τοποθετείται στην κυψέλη από την είσοδο.

Β. Εξωτερικοί τροφοδότες νερού :
Οι τροφοδότες αυτοί πρέπει να είναι φτηνής κατασκευής και να παράσχουν στις μέλισσες άφθονο, τρεχούμενο και ανανεούμενο νερό. Θα πρέπει να διαθέτουν ένα υλικό, το οποίο να κατακρατά νερό, ώστε να μπορούν από εκεί οι μέλισσες να ρουφούν νερό και να μην πνίγονται.
Δοχεία ανοιχτά, που αφήνονται να γεμίσουν νερό από τη βροχή ή από τον μελισσοκόμο, αποτελούν μόνιμη πηγή μολύνσεων για τις μέλισσες, καθώς πέφτουν σ’ αυτές περιττώματα μελισσών ή πουλιών και άλλες ακαθαρσίες, ενώ οφείλονται και για τον πνιγμό πολλών από αυτές.
Οι μέλισσες συλλέγουν ευχάριστα νερό θερμοκρασίας 21°-27° C . Για το λόγο αυτό τροφοδότες νερού που τοποθετούνται στην ύπαιθρο, την άνοιξη πρέπει να τοποθετούνται σε μέρος που να λιάζονται, ενώ αντίθετα το καλοκαίρι θα πρέπει να σκιάζονται.
Ως εξωτερικοί τροφοδότες νερού θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν :
• συσκευή ορού, που χρησιμοποιείται στα νοσοκομεία, η οποία προσαρμόζεται σε ένα δοχείο με νερό ώστε να αφήνει λίγο-λίγο το νερό να ποτίζει ένα σφουγγάρι, ή άλλο υλικό που μπορεί να κατακρατά νερό. Οι μέλισσες ρουφούν νερό δεν πίνουν
• βαρέλι λαδιού με βρύση. Το νερό θα πρέπει να κυλά από τη βρύση σε μια σχετικά μεγάλη επιφάνεια ξύλινη ή πέτρινη, ή μια σειρά κεραμίδια, ή βότσαλα κ.α.

Απομάκρυνση μελισσών από μία πηγή νερού :

Εάν ο μελισσοκόμος δεν φροντίσει να παράσχει στα μελίσσια του νερό, τότε οι μέλισσες θα αναγκαστούν να βρουν μόνες τους. Θα προτιμήσουν σ’ αυτή την περίπτωση την πιο κοντινή πηγή νερού, έστω εάν αυτή είναι η πισίνα κάποιου γειτονικού σπιτιού, ή η ποτίστρα του παρακείμενου στάβλου. Σ’ αυτή την περίπτωση θα πρέπει οι μέλισσες να απομακρυνθούν από αυτή την πηγή νερού που έχουν ωστόσο συνηθίσει.
Η μία λύση είναι να μεταφερθούν τα μελίσσια σε απόσταση τουλάχιστον 6 χιλιομ. Μακριά από την θέση του μελισσοκομείου, για 2 εβδομάδες, έτσι ώστε να χάσουν την μνήμη τους.
Η άλλη λύση, και η πιο επικίνδυνη και μη συνιστώμενη, είναι να τοποθετηθούν στην πηγή νερού ουσίες που απωθούν τις μέλισσες, ενώ ταυτόχρονα να τους δοθεί μία άλλη πηγή νερού.
Η ουσία που συνήθως χρησιμοποιείται ως απωθητικό των μελισσών είναι το καρβολικό οξύ. Το καρβολικό οξύ είναι κρυσταλλικό, διαλύεται σε ζεστό νερό σε αναλογία 20-50 γραμ. ανά 100 ml νερού. Η ποσότητα εξαρτάται από τη θερμοκρασία. Όσο υψηλότερη είναι η θερμοκρασία του περιβάλλοντος τόσο μικρότερη ποσότητα οξέος θα χρειαστεί να διαλυθεί. Το καρβολικό οξύ χρησιμοποιείται μόνο σε ιδιάζουσες περιπτώσεις καθώς είναι ιδιαίτερα τοξικό, ενώ έχει κατηγορηθεί και ως καρκινογόνο.
Στη νέα θέση που θέλουμε να προσελκύσουμε τις μέλισσες, τοποθετούμε στην αρχή δισκάκι με σιρόπι, και όταν συνηθίσουν οι μέλισσες να το επισκέπτονται, τότε το αντικαθιστούμε με νερό.

Τροφοδότηση για την εξασφάλιση αποθεμάτων τροφών
Πότε εφαρμόζεται :
• Εφαρμόζεται το φθινόπωρο για να συμπληρωθούν τα αποθέματα τροφών με τα οποία θα ξεχειμωνιάσουν αλλά και θα συντηρηθούν νωρίς την άνοιξη, τα μελίσσια.
• Το φθινόπωρο επίσης, όταν όλο το μέλι αφαιρείται από τα μελίσσια και αντικαθίσταται με σιρόπι.
Πώς εφαρμόζεται :

Η τροφοδότηση για αποθέματα γίνεται συνήθως με σιρόπι. Το σιρόπι προετοιμάζεται, όπως περιγράφεται παραπάνω. ΄Όταν οι θερμοκρασίες είναι χαμηλές, οι τροφοδότες τοποθετούνται κοντά στην γονοφωλιά, έτσι ώστε να μπορούν εύκολα να το πάρουν οι μέλισσες.
Το ζαχαροζύμαρο δεν χρησιμοποιείται για την συγκέντρωση αποθεμάτων τροφών, καθώς έχει παρατηρηθεί ότι οι μέλισσες δεν το αποθηκεύουν, αλλά το καταναλώνουν σε ποσότητες και χρονικά διαστήματα που το έχουν ανάγκη.
Τελευταία χρησιμοποιούνται από πολλούς μελισσοκόμους τροφές εμπορίου, για την τροφοδότηση των μελισσιών.
Στο παρόν σύγγραμμα δεν συνιστώνται, καθώς οι περισσότερες περιέχουν γλυκόζη ή κάποιο προϊόν της κατεργασίας της γλυκόζης, η οποία προέρχεται από την τεχνητή διάσπαση του αμύλου. Ως εκ τούτου περιέχουν υψηλό ποσοστό δεξτρινών και ίσως άλλων τοξικών για τη μέλισσα ουσιών.
Πλεονεκτήματα - Μειονεκτήματα - Προφυλάξεις :

• Όταν η τροφοδότηση γίνεται με σιρόπι, θα πρέπει αυτό να τοποθετείται κοντά στη γονοφωλιά, έτσι ώστε ακόμα και εάν οι θερμοκρασίες πέσουν, οι μέλισσες να μπορούν να το πάρουν.
• Το σιρόπι που προορίζεται για αποθήκευση θα πρέπει να δίνεται στα μελίσσια νωρίς το φθινόπωρο, έτσι ώστε οι μέλισσες να έχουν τον απαραίτητο χρόνο, πριν αλλάξουν οι καιρικές συνθήκες, να το συμπυκνώσουν και να το αποθηκεύσουν. Σε διαφορετική περίπτωση η τροφή θα αποθηκευτεί ανώριμη, με τον κίνδυνο να ξινίσει και να προκαλέσει δυσεντερία στ μελίσσι.
• Η αντικατάσταση του μελιού με σιρόπι το χειμώνα, είναι μέτρο οικονομικά συμφέρον για τον μελισσοκόμο, καθώς η τιμή του μελιού είναι κατά 5 ή ίσως και περισσότερες φορές υψηλότερη από αυτή της ζάχαρης.
Παρόλα αυτά έχει διαπιστωθεί ότι μελίσσια που ξεχειμωνιάζουν αποκλειστικά με τροφές από τροφοδότηση, παρουσιάζουν καθυστερημένη ανάπτυξη, είναι αδύνατα και έχουν μειωμένες αποδόσεις την άνοιξη. Καμία τροφή δεν μπορεί να αντικαταστήσει πλήρως το μέλι στη διατροφή των μελισσών.

Διεγερτική τροφότηση

Διεγερτική τροφότηση

Πότε εφαρμόζεται :
• για τη διατήρηση του πληθυσμού των μελισσιών σε υψηλά επίπεδα. Εφαρμόζεται όταν διαπιστωθεί ότι έχει σταματήσει η νεκταροέκκριση, γεγονός που οδηγεί στη μείωση της ωοτοκίας της βασίλισσας και στον περιορισμού του γόνου του μελισσιού.
• για την αύξηση του πληθυσμού των μελισσιών, με σκοπό την εκμετάλλευση μιας κύριας ανθοφορίας. Εφαρμόζεται 40 περίπου ημέρες πριν από τη ανθοφορία.
• για την ανανέωση του πληθυσμού των εργατριών μελισσών το φθινόπωρο, εποχή που φυσιολογικά μειώνεται η ωοτοκία της βασίλισσας. Εφαρμόζεται μετά τον τελευταίο τρύγο.
• συνοδευτικά, όταν γίνονται διάφορες επεμβάσεις στα μελίσσια, π.χ. βασιλοτροφία.
Πώς εφαρμόζεται:
Τα μελίσσια τροφοδοτούνται καθημερινά με 1/4 μέχρι 1/8 του λίτρου σιρόπι (1:1) για 15 περίπου συνεχείς ημέρες. Μεγαλύτερη ποσότητα σιροπιού ελάχιστα προσφέρει στη δημιουργία του ερεθίσματος για εκτροφή του γόνου, σε μερικές μάλιστα περιπτώσεις, συμβάλλει αρνητικά, καθώς οι μέλισσες αποθηκεύουν την τροφή, ‘μπλοκάροντας’ τον διαθέσιμο χώρο για την ωοτοκία της βασίλισσας.
Ο πιο κατάλληλος τρόπος για να δοθεί το σιρόπι στο μελίσσι και να καταναλωθεί αμέσως, είναι η πλαστική σακούλα. Η σακούλα τοποθετείται επάνω στους κηρηθροφορείς, αφού ανοιχθούν σ’ αυτή μερικές τρύπες με καρφίτσα, ώστε οι μέλισσες να παίρνουν σιγά-σιγά την τροφή.
Το σιρόπι μπορεί να αντικατασταθεί με ζαχαροζύμαρο, όχι όμως με την ίδια επιτυχία.

Απαραίτητες προϋποθέσεις για τη επιτυχία της διεγερτικής τροφοδοσίας είναι:
• Η παρουσία γύρης ή υποκαταστάτου γύρης. Χωρίς τη γύρη η βασίλισσα ωοτοκεί, αλλά οι μέλισσες δεν εκτρέφουν τον γόνο
• Η παρουσία καλοχτισμένων κηρηθρών με άδεια και καθαρά κελιά κοντά στη γονοφωλιά.
• Μικρής ηλικίας και καλής ποιότητας βασίλισσα.
• Δυνατά μελίσσια. Μολονότι τα μικρά μελίσσια συγκριτικά με τα μεγάλα εκτρέφουν γόνο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, εντούτοις τα πρώτα έχουν περιορισμένες δυνατότητες. Όσο ευνοϊκοί και αν είναι οι παράγοντες της διεγερτικής τροφοδοσίας, τα μικρά μελίσσια δεν καταφέρνουν να δημιουργήσουν μεγάλους πληθυσμούς. Γι' αυτό είναι προτιμότερο πρώτα να συνενώνονται μ' άλλα και μετά να τροφοδοτούνται διεγερτικά.
Πρόσφατες πληροφορίες σχετικά με τη διεγερτική τροφοδότηση :
• η ωοτοκία της βασίλισσας δεν διεγείρεται όταν το μελίσσι τροφοδοτείται με 2-3 κιλά σιρόπι την ημέρα
• το πυκνό σιρόπι (65%) διεγείρει περισσότερο την ωοτοκία της βασίλισσας, σε σύγκριση με το αραιό σιρόπι (30%)
• η εντατική εκτροφή γόνου μειώνει τη διάρκεια ζωής των εργατριών μελισσών, με αποτέλεσμα να τις καθιστά λιγότερο παραγωγικές
• η χρονική διάρκεια εφαρμογής της διεγερτικής τροφοδότησης δεν είναι ευθέως ανάλογη με τον αριθμό των μελισσών που θα ολοκληρώσουν της εξέλιξή τους, στ συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Κι αυτό γιατί κάθε συγκεκριμένο μελίσσι μπορεί να εκθρέψει συγκεκριμένο αριθμό προνυμφών, αριθμός ο οποίος δεν μπορεί να ξεπεραστεί.
Πλεονεκτήματα :
Η σωστή εφαρμογή της διεγερτικής τροφοδοσίας εξασφαλίζει στα μελίσσια περισσότερο γόνο και μεγαλύτερους πληθυσμούς.

Μειονεκτήματα :
Είναι κοπιαστική εργασία, ιδιαίτερα όταν εφαρμόζεται σε μεγάλο αριθμό μελισσιών.

Προφυλάξεις :
• Η διεγερτική τροφοδοσία δεν πρέπει να γίνεται με ακατάλληλο καιρό, γιατί οι μέλισσες δραστηριοποιούνται, πετούν για να συλλέξουν τροφές και χάνονται.
• Όταν οι θερμοκρασίες που επικρατούν είναι χαμηλές η διεγερτική τροφοδοσία πρέπει να αποφεύγεται, γιατί έτσι επεκτείνεται ο γόνος και οι μέλισσες αδυνατούν να διατηρήσουν την απαραίτητη για την επιβίωση του θερμοκρασία στη γονοφωλιά (34°-35° C ).

Τροφοδότηση - Γενικά

Γενικές πληροφορίες

Στην κοινωνία των μελισσών η διατροφή των ενήλικων μελών της κοινωνίας διαφοροποιείται από αυτή του γόνου. Έτσι ενώ ο γόνος τρέφεται με αδενικής προέλευσης τροφή (βασιλικός πολτός- ζωικής προέλευσης λεύκωμα), ο πληθυσμός του μελισσιού τρέφεται αποκλειστικά με φυτικής προέλευσης προϊόντα, νέκταρ, μελίτωμα και γύρη. Εξαίρεση αποτελεί η βασίλισσα, η οποία σ’ όλη τη ζωή της τρέφεται με βασιλικό πολτό (ζωικής προέλευσης τροφή).
Η μέλισσα συλλέγει νέκταρ ή μελίτωμα, γύρη, νερό και πρόπολη.
Το νέκταρ (ή το μελίτωμα) αποτελεί για τη μέλισσα την κυριότερη πηγή ενέργειας. Αφού το μετατρέψει σε μέλι και το καταναλώσει, θα της προσφέρει τα απαραίτητα σάκχαρα, πηγή ενέργειας, για να ζήσει, να κτίσει, να πολλαπλασιαστεί, να επιβιώσει στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα, κ.α.
Η γύρη θα της προσφέρει τις απαραίτητες πρωτείνες για να συντηρηθεί ως οργανισμός και για να εκθρέψει τον γόνο.
Το νερό θα το χρησιμοποιήσει για να συντηρηθεί ως οργανισμός, να παρασκευάσει την τροφή του γόνου και κυρίως για να ρυθμίσει την θερμοκρασία μέσα στην κυψέλη, ενώ τέλος την πρόπολη θα τη χρησιμοποιήσει ως απολυμαντικό μέσο, ασπίδα εναντίων των μολύνσεων από μικροοργανισμούς, της κοινωνίας.

Έχει υπολογιστεί ότι σε εύκρατα κλίματα οι ετήσιες ανάγκες ενός κανονικού μελισσιού σε μέλι φτάνει τα 70-75 κιλά. Αντίστοιχα εάν υπολογίσουμε ότι για τη διατροφή μίας προνύμφης απαιτούνται 100 mgr γύρης, τότε απαιτείται 1 Kg γύρη για την εκτροφή περίπου 10.000 προνυμφών, δηλαδή 1 Kg ανά εβδομάδα, εάν η βασίλισσα ωοτοκεί 1.500 ωά/ 24ωρο à 10.500 ωά/ 7 ημέρες. Εάν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι σε μία μελισσοκομική χρονιά εκτρέφονται από ένα μελίσσι περίπου 200.000 μέλισσες, καταλήγουμε στ συμπέρασμα ότι κάθε μελίσσι συλλέγει - μόνο για τις ανάγκες εκτροφής του γόνου και όχι για κατανάλωση από τις ακμαίες μέλισσες - 20 Kg γύρης.
Σε ένα μελίσσι η εισροή νέκταρος αποτελεί ερέθισμα, ικανή και αναγκαία συνθήκη, για την ωοτοκία της βασίλισσας, ενώ η συλλογή γύρης αποτελεί το αναγκαίο ερέθισμα για τις παραμάνες μέλισσες, για να εκθρέψουν αυτό τον γόνο. Άρα είναι απαραίτητη η παρουσία και των δύο αυτών στοιχείων για την επιβίωση μιας κοινωνίας μελισσών.
Συνήθως η μέλισσα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα στ να συλλέξει τις απαραίτητες ποσότητες αυτών των στοιχείων. Στο πλαίσιο όμως της επαγγελματικής μελισσοκομίας, μπορούν να δημιουργηθούν ανάγκες, που οι μέλισσες δεν μπορούν να καλύψουν. Στην περίπτωση αυτή ο μελισσοκόμος επεμβαίνει και τροφοδοτεί τα μελίσσια του.
Η τροφοδότηση των μελισσιών είναι απαραίτητη στις παρακάτω περιπτώσεις :
• όταν δεν υπάρχουν αρκετά αποθέματα για το ξεχειμώνιασμα ή την ανάπτυξη του σμήνους
• όταν γίνεται βασιλοτροφία, συνένωση μελισσιών, τεχνητός αφεσμός ή εισαγωγής νέας βασίλισσας
• όταν το μελίσσι χάσει μεγάλο αριθμό συλλεκτριών μελισσών από εντομοκτόνα ή άλλες αιτίες
• όταν δεν υπάρχει νεκταροέκκριση ή διαθέσιμη στην περιοχή γύρη, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η εκτροφή του γόνου
• και όταν γίνεται χημειοθεραπεία για την αντιμετώπιση ασθενειών

Είδη Τροφοδοτών

Τροφοδότες οροφής

Εσωτερικό καπάκι τροποποιημένο :
Πλεονεκτεί ως προς το ότι δεν ανησυχείτε ιδιαίτερα το μελίσσι και είναι μόνιμα τοποθετημένο στην κυψέλη. Όταν τοποθετείται ανάποδα δημιουργεί ένα μικρό αλλά χρήσιμο κενό στο πάνω μέρος της κυψέλης.
Μειονεκτεί ως προς το ότι οι μέλισσες κλείνουν τις εξόδους με πρόπολη με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται η λήψη του σιροπιού. Επίσης το λίγο σιρόπι που παραμένει προσελκύει μυρμήγκια.

Β. Τροφοδότες που τοποθετούνται μέσα στην κυψέλη :

Μεταλλικό ή πλαστικό βάζο.
Ένα κοινό βάζο που έχει τρύπες στο καπάκι και τοποθετείται ανάποδα πάνω στα πλαίσια. Ο τροφοδότης πρέπει να ακουμπά σε δύο μικρά στηρίγματα έτσι ώστε οι μέλισσες να μπορούν να λαμβάνουν το σιρόπι (εικ. 26). Είναι χρήσιμος όταν οι θερμοκρασίες είναι χαμηλές, τα μελίσσια σχηματίζουν μελισσόσφαιρα και χρειάζονται επειγόντως τροφές.
Τροφοδότης πλαίσιο (Doolitle).
Συνήθως είναι κατασκευασμένος από πλαστικό. Παρουσιάζει το μειονέκτημα ότι οι μέλισσες πνίγονται γιατί οι πλωτήρες σκαλώνουν και παγιδεύουν τις μέλισσες. Για να αποφευχθεί το πρόβλημα αυτό, τοποθετείται εσωτερικά λαδομπογιά και καλύπτεται πριν να στεγνώσει με ψιλή άμμο ώστε να δημιουργηθεί τραχεία επιφάνεια .
Πλαστική σακούλα.
Στην πάνω επιφάνειά της ανοίγονται μερικές τρύπες με μία καρφίτσα και απομακρύνεται ο αέρας. Είναι τροφοδότης μιας χρήσεως, αρκετά χρήσιμος για τη διεγερτική τροφοδοσία γιατί περιορίζει την αναγκαιότητα των καθημερινών επισκέψεων στο μελισσοκομείο.
Γυάλινος ή πλαστικός τροφοδότης εισόδου.
Τοποθετείται σε ειδική θήκη, είναι εύκολος στη χρήση, δημιουργεί προβλήματα λεηλασίας και δε συνιστάται σε εποχές με χαμηλές θερμοκρασίες.

Τροφοδότηση με μέλι

. Τροφοδότηση με μέλι

Γεγονός είναι ότι το καλύτερο προϊόν για την τροφοδότηση των μελισσών είναι το μέλι. Με δεδομένο όμως κυρίως το κόστος του προϊόντος, στην τροφοδότηση των μελισσιών με μέλι θα καταφύγει ο μελισσοκόμος μόνο σε περίπτωση ανάγκης, όπως είναι ο άμεσος κίνδυνος απώλειας του μελισσιού από πείνα το χειμώνα ή νωρίς την άνοιξη.

Τρόποι τροφοδότησης των μελισσιών με μέλι :

• κηρήθρες με σφραγισμένο μέλι : στην περίπτωση αυτή μέρος του σφραγισμένου μελιού πρέπει να απολεπίζεται πριν δοθεί στ μελίσσι
• μέλι ρευστό σε κοινούς τροφοδότες: το μέλι αραιώνεται με νερό σε αναλογία 1:3 και δίνεται βράδυ, για να αποφευχθεί η λεηλασία. Για να περιοριστεί ο κίνδυνος μετάδοσης ασθενειών, το μέλι πρέπει να θερμανθεί στους 70°C για 5 λεπτά.
• κρυσταλλωμένο μέλι : ένα μελίσσι που χάνεται την άνοιξη μπορεί ίσως να σωθεί με ένα βάζο κρυσταλλωμένο μέλι, το οποίο θα τοποθετηθεί ανάποδα ακριβώς σε επαφή με τη μελισσόσφαιρα. Σ’ αυτή την περίπτωση είναι απαραίτητη η παρουσία νερού, το οποίο οι μέλισσες θα χρησιμοποιήσουν για να διαλύσουν τους κρυστάλλους του μελιού. Η τροφοδότηση με κρυσταλλωμένο μέλι είναι αντιοικονομική και πιθανό να προκαλέσει δυσεντερία στις μέλισσες. Οι μέλισσες χρησιμοποιούν μόνο την υγρή φάση και τους πολύ μικρούς κρυστάλλους, ενώ του μεγαλύτερους κρυστάλλους τους πετάνε έξω από την κυψέλη.

Τροφοδότηση με σιρόπι

Τροφοδότηση με σιρόπι

Σε ποιες περιπτώσεις χρησιμοποιείται :
• όταν μειωθούν σημαντικά τα αποθέματα τροφής και τα μελίσσια κινδυνεύουν από λιμοκτονία.
• για να εξασφαλιστεί η επιτυχία μιας επέμβασης, όπως είναι η εισαγωγή βασίλισσας, η συνένωση, η βασιλοτροφία κ.λ.π.
• όταν πρέπει το μελίσσι να διεγερθεί ώστε να εκθρέψει περισσότερο γόνο ή να κτίσει κηρήθρες.
Προετοιμασία σιροπιού :
Για να έχει το σιρόπι που παρασκευάζεται περιεκτικότητα 60% περίπου σε ζάχαρη δεν να μην κρυσταλλώνει εύκολα, μπορεί να παρασκευαστεί με τους παρακάτω τρόπους:
• τοποθετείται ζάχαρη μέχρι τα 7/8 του δοχείου, διαλύεται με ποσότητα ζεστού νερού και συμπληρώνεται το δοχείο με νερό μέχρι τα χείλη.
• τοποθετείται η ζάχαρη, σημειώνεται μ' ένα μαρκαδόρο το ύψος της ζάχαρης και προστίθεται ζεστό νερό με ταυτόχρονη ανάδευση, τόσο, όσο το σιρόπι να φθάσει το ύψος του σημαδιού που έγινε με το μαρκαδόρο.
Πλεονεκτήματα :
• με το σιρόπι δεν μεταδίδονται ασθένειες.
• αποτελεί εύκολη, γρήγορη, οικονομική και αποτελεσματική λύση.
Προβλήματα που δημιουργεί η τροφοδότηση με σιρόπι:
• με την τροφοδότηση με σιρόπι οι φρουροί μέλισσες δημιουργούν την εντύπωση ότι ‘μπαίνουν’ στην κυψέλη ρευστές τροφές, δηλαδή ότι υπάρχει νεκταροέκκριση. Έτσι αλλάζει η συμπεριφορά τους προσέχουν λιγότερο την είσοδο της κυψέλης, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται λεηλασίες στο μελισσοκομείο.
• οι μέλισσες γίνονται εύκολα λεηλάτριες, γιατί καθώς νομίζουν ότι υπάρχει έξω νεκταροέκκριση βγαίνουν από την κυψέλη για να συλλέξουν τροφές, ενώ δεν υπάρχουν.
• σε χαμηλές θερμοκρασίες, οι μέλισσες δεν μπορούν να αξιοποιήσουν αμέσως το σιρόπι με αποτέλεσμα να ξινίζει και να προκαλεί δυσεντερία στις μέλισσες.
• όταν υπάρχει στη φύση μια καλή νεκταροέκκριση, οι μέλισσες δεν λαμβάνουν πρόθυμα το σιρόπι από τον τροφοδότη.

Προφυλάξεις :
• η τροφοδότηση να γίνεται το σούρουπο.
• να χρησιμοποιούνται τροφοδότες που δίνουν λίγο-λίγο το σιρόπι.
• να μην χορηγούνται μεγάλες ποσότητες σιροπιού σε μικρά μελίσσια.
• το σιρόπι να είναι χλιαρό (η μυρωδιά του ζεστού σιροπιού διεγείρει τις λεηλάτριες μέλισσες).
• η τροφοδότηση να γίνεται νωρίς το φθινόπωρο, όταν οι μέλισσες μπορούν να συμπυκνώσουν το σιρόπι.
• η είσοδος των κυψελών να γίνεται μικρότερη
• να μη δίνεται στις μέλισσες καφέ ζάχαρη ή μελάσα, γιατί είναι τοξικές
• στο σιρόπι, να μην προστίθεται ξύδι, κιτρικό, ταρταρικό ή οποιοδήποτε άλλο οξύ κατά τη θέρμανση. Όταν η κοινή σουκρόζη (σακχαρόζη) θερμανθεί παρουσία οξέος υδρολύεται και διασπάται σε φρουκτόζη και γλυκόζη. Συγχρόνως όμως παράγονται και ενώσεις τοξικές για τις μέλισσες, οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν δυσεντερία ή και θάνατο ακόμα

Τροφοδότηση με ζάχαρη

Τροφοδότηση με κρυσταλλική ζάχαρη

Πότε εφαρμόζεται :
Όταν χρειάζεται να διεγερθεί η ωοτοκία της βασίλισσας για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Πώς εφαρμόζεται :
Η κρυσταλλική ζάχαρη τοποθετείται πάνω στους κηρηθροφορείς ή σε ρηχά πιατάκια - τροφοδότες μέσα στην κυψέλη ή μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού καλύμματος. Το εσωτερικό κάλυμμα στην περίπτωση αυτή πρέπει να έχει άνοιγμα ώστε να μπορούν οι μέλισσες να παίρνουν τη ζάχαρη.

Πλεονεκτήματα :
• είναι γρήγορη μέθοδος.
• και δεν προκαλεί λεηλασίες.
Μειονεκτήματα :
• απαιτεί επιπρόσθετη εργασία από τις μέλισσες, οι οποίες για να πάρουν την κρυσταλλική ζάχαρη πρέπει πρώτα να τη διαλύσουν με τις σιαγονικές τους εκκρίσεις.
• περίπου 20% της ζάχαρης καταναλίσκεται ως ενέργεια στην προσπάθεια των μελισσών να μετατρέψουν τη ζάχαρη σε "μέλι".
• αρκετή ζάχαρη δε χρησιμοποιείται, αλλά πετιέται μακριά από την κυψέλη.
Προφυλάξεις :
• οι μέλισσες θα πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους άφθονο νερό, έτσι ώστε να μπορέσουν να διαλύσουν τη ζάχαρη
• οι μέλισσες λαμβάνουν την κρυσταλλική ζάχαρη μόνο όταν δεν υπάρχει νεκταροέκκριση


Τροφοδότηση με ζαχαροζύμαρο


Δ. Τροφοδότηση με ζαχαροζύμαρο

Πότε εφαρμόζεται :
Το ζαχαροζύμαρο δίνεται στα μελίσσια περισσότερο για διέγερση και λιγότερο για τη δημιουργία αποθεμάτων τροφής.
Είναι χρήσιμο για τη συντήρηση του μελισσιού και τη δημιουργία μεγάλου πληθυσμού μελισσών γεγονός που επιτυγχάνεται με τη συνεχή διέγερση της βασίλισσας.
Όπως και όλα τα είδη τροφοδότησης, δεν εφαρμόζεται τις εποχές του έτους που το μελίσσι συλλέγει και αποθηκεύει μέλι προοριζόμενο για τρύγο.

Προετοιμασία ζαχαροζύμαρου :
Το ζαχαροζύμαρο παρασκευάζεται με μέλι και κρυσταλλική ζάχαρη, η οποία έχει αλεστεί και έχει μετατραπεί σε άχνη.
Το μέλι θερμαίνεται και τοποθετείται λίγο - λίγο στην ζάχαρη άχνη, ενώ ταυτόχρονα το μίγμα ζυμώνεται. Συνήθως η αναλογία ζάχαρης και μελιού είναι 2,5:1. Προστίθεται μέλι ή ζάχαρη ανάλογα, ώστε το τελικό προϊόν να μην κολλά στα δάκτυλα.

Προφυλάξεις :
• δεν χρησιμοποιείται ζάχαρη άχνη του εμπορίου, γιατί περιέχει υψηλό ποσοστό αμύλου, το οποίο είναι τοξικό για τις μέλισσες
• το ζαχαροζύμαρο παρασκευάζεται με μέλι και ζάχαρη άχνη. Δεν συνίσταται η αντικατάσταση του μελιού με γλυκόζη εμπορίου, η οποία περιέχει υψηλό ποσοστό δεξτρινών, οι οποίες είναι άπεπτες από τις μέλισσες
• η προσθήκη νερού, κατά την παρασκευή του ζαχαροζύμαρου, θα οδηγήσει στην κρυστάλλωσή του, ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες, οπότε οι μέλισσες δεν θα μπορούν να το εκμεταλλευτούν.
Πλεονεκτήματα :
• Το ζαχαροζύμαρο είναι ιδιαίτερα χρήσιμο ώστε να διατηρηθεί ο γόνος και ο πληθυσμός του μελισσιού σε υψηλά επίπεδα.
• Η καθημερινή τροφοδότηση με ζαχαροζύμαρο αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας επεμβάσεων όπως η βασιλοτροφία, η συνένωση, η εισαγωγή βασιλισσών κ.ά.
• Μπορεί να χρησιμοποιηθεί καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, όταν υπάρξει ανάγκη.
Μειονεκτήματα :
• Η χρησιμοποίηση μελιού στο ζαχαροζύμαρο ενέχει τον κίνδυνο διάδοσης ασθενειών.

Τροφοδότηση με γύρη

Ε. Τροφοδότηση με γύρη

Η εξασφάλιση γύρης για τις μέλισσες είναι βασική προϋπόθεση επιτυχίας στη μελισσοκομία.
Η γύρη είναι απαραίτητη για τις μέλισσες:
a) ως πηγή θρεπτικών ουσιών (πρωτεϊνών, βιταμινών, ιχνοστοιχείων κ.ά.) και
b) ως πηγή ερεθισμάτων για τις διάφορες δραστηριότητες τους, όπως η εκτροφή
γόνου, η έκκριση βασιλικού πολτού, η συλλογή γύρης, το κτίσιμο κηρηθρών

Όταν ένα μελίσσι στερείται γύρης, η ωοτοκία περιορίζεται, όχι γιατί δεν ωοτοκεί η βασίλισσα, όπως έχει ήδη αναφερθεί, αλλά γιατί οι παραμάνες μέλισσες δεν είναι διατεθειμένες να εκθρέψουν αυτόν τον γόνο. Έτσι ή πετάνε τις προνύμφες από τα κελιά και παρατηρείται κανιβαλισμός, οι μέλισσες τρώνε τις προνύμφες, για να διατηρήσουν το επίπεδο των πρωτεϊνών στο σώμα τους υψηλό.

Η φυσική γύρη είναι η καλύτερη τροφή για τις μέλισσες, μπορεί όμως να αντικατασταθεί με άλλες πρωτεϊνικές τροφές γνωστές ως υποκατάστατα ή συμπληρώματα γύρης.

Προφυλάξεις - Μειονεκτήματα :
• το κόστος της γύρης είναι υψηλό.
• η γύρη εμπορίου πιθανό να περιέχει σπόρια του μύκητα Ascosphaera apis του μύκητα που είναι υπεύθυνος για την Ασκοσφαίρωση, τα οποία θα διασπείρουν την ασθένεια στο μελισσοκομείο.
• πρέπει να χρησιμοποιείται γύρη που μαζεύτηκε από υγιή μελίσσια και όχι γύρη που έχει αγοραστεί από την αγορά.
Πότε εφαρμόζεται :
a) Όταν είναι περίοδος εκτροφής γόνου και δεν υπάρχει αποθηκευμένη στο μελίσσι και ούτε διαθέσιμη στην φύση γύρη.
b) Το φθινόπωρο όταν το μελίσσι προετοιμάζεται για διαχείμανση και έχει ανάγκη αποθεμάτων γύρης που θα το βοηθήσουν να αναπτυχθεί την άνοιξη.

Πώς εφαρμόζεται :
• Γύρη σε κηρήθρες. Η γύρη συλλέγεται από τις μέλισσες διωρόφων μελισσιών την άνοιξη όταν υπάρχει αφθονία ανθοφοριών.
Υπάρχουν δύο μέθοδοι με τις οποίες αυξάνεται η συλλογή και η αποθήκευση της γύρης σε πλαίσια από τις μέλισσες:
a) η βασίλισσα μεταφέρεται στο δεύτερο όροφο και μεταξύ των δύο ορόφων τοποθετείται βασιλικό διάφραγμα. Στην περίπτωση αυτή οι μέλισσες αποθηκεύουν στα πλαίσια του κάτω ορόφου αποκλειστικά γύρη
b) η βασίλισσα περιορίζεται με βασιλικό διάφραγμα στον κάτω όροφο. Η είσοδος της κυψέλης κλείνεται και δημιουργείται μια καινούργια στο δεύτερο πάτωμα, στο οποίο οι μέλισσες θα αποθηκεύσουν τη γύρη

Γύρη που βρίσκεται αποθηκευμένη σε κηρήθρες μακριά από το γόνο δεν χρησιμοποιείται από τις μέλισσες . Έτσι τα πλαίσια γύρης τα οποία προκύπτουν με τους παραπάνω τρόπους μπορούν να διατηρηθούν προσωρινά στις τελευταίες θέσεις της κυψέλης, μακριά από τη γονοφωλιά. Βέβαια ο καλύτερος τρόπος για να συντηρηθούν επί μακρόν αυτά τα πλαίσια είναι στην κοινή ψύξη (5°C ).

• Ξηρή γύρη σε εξωτερικούς τροφοδότες.
Ξηρή γύρη τοποθετείται σε ειδικούς τροφοδότες έξω από την κυψέλη (εικ.). Η γύρη αυτή πρέπει να είναι στεγνή και αλεσμένη.

• Γύρη στο σιρόπι.
Η γύρη μπορεί να δοθεί και με σιρόπι. Για το σκοπό αυτό 10-20 γραμ. γύρης αναμιγνύονται με 1 λίτρο σιροπιού, και δίνονται στ μελίσσι με τους συνηθισμένους τροφοδότες, σε μικρές όμως ποσότητες. Το μελίσσι πρέπει να παίρνει το μίγμα σε σύντομο χρονικό διάστημα, γατί η γύρη ζυμώνεται και ξινίζει σε 1-2 ημέρες.

• Γυρεόπιττα.
Στην περίπτωση που η γύρη αναμιγνύεται με ζάχαρη ή με μέλι, σχηματίζεται είδος ‘πίττας’, το οποίο τοποθετεί επάνω στους κηρηθροφορείς, σε επαφή με τη γονοφωλιά. Υπάρχουν δύο τρόποι παρασκευής γυρεόπιττας :

1ος τρόπος
6 κιλά γύρης αναμιγνύονται σε 1,3 λίτρα χλιαρού νερού (περίπου 40° C) για 15-30 λεπτά με 6 κιλά ζάχαρη . Η γυρεόπιττα που σχηματίζεται με τον τρόπο αυτό δε ξηραίνεται και δε μουχλιάζει, έστω και αν παραμείνει για κάποιο χρονικό διάστημα.
Η προσθήκη στο μίγμα 50-100 γραμ. κυτταρίνης κάνει περισσότερο συμπαγή τη γυρεόπιττα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί άφοβα, καθώς αποτελεί ένα από τα συστατικά της γύρης, αλλά δεν βελτιώνει τη θρεπτική της αξία.
2ος τρόπος
6 κιλά γύρης και 6 κιλά ζάχαρης αναμιγνύονται σε 0,5 λιτρα νερού για 30-60 λεπτά. Σε κάθε μελίσσι δίνονται 300 γραμ. γυρεόπιττας δύο φορές την εβδομάδα.

• Υποκατάστατο γύρης.

Πότε εφαρμόζεται :
Όταν είναι περίοδος εκτροφής γόνου και δεν υπάρχει στη φύση γύρη.

Προετοιμασία υποκατάστατου :
Απαραίτητα συστατικά για το υποκατάστατο είναι το σογιάλευρο, η γύρη η ζάχαρη και το νερό. Υποβοηθητικά συστατικά μπορεί να είναι το αποβουτυρωμένο γάλα, η ξηρή μαγιά μπύρας, η κυτταρίνη, το μέλι κ.α.
Η γύρη είναι απαραίτητο στοιχείο του υποκατάστατου, καθώς αυτή θα δημιουργήσει το ερέθισμα στις παραμάνες μέλισσες να εκθρέψουν τον γόνο. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να περιέχεται στο υποκατάστατο σε ποσοστό τουλάχιστον 8-15 %.
Η ζάχαρη θα καταστήσει το υποκατάστατο ελκυστικό στις μέλισσες, αυξάνοντας την κατανάλωσή του. Έτσι όσο περισσότερη ζάχαρη περιέχει ένα υποκατάστατο, τόσο πιο γρήγορα θα καταναλωθεί από τις μέλισσες.
Το σογιάλευρο θα συμπληρώσει το υποκατάστατο σε πρωτείνες, με την προϋπόθεση ότι δεν θα περιέχει λίπος σε ποσοστό μεγαλύτερο του 7%.
Όταν η ποσότητα της πρωτείνης στ υποκατάστατο είναι μικρή (<10%), η
ωοτοκία της βασίλισσας και η εκτροφή του γόνου διαρκεί περιορισμένο χρόνο. Αντίθετα όταν το ποσοστό της πρωτείνης είναι υψηλό (>50%), γίνεται τοξική για τις μέλισσες, καθώς συγκεντρώνεται στο απευθυσμένο προκαλώντας δυσεντερία.
Η άριστη περιεκτικότητα πρωτείνης του υποκατάστατου έχει υπολογιστεί στο 23% . Επειδή όμως τα σογιάλευρα που διατίθενται στ εμπόριο έχουν διάφορες περιεκτικότητες σε πρωτείνη, χρησιμοποιείται ο παρακάτω τύπος για να υπολογιστεί η ποσότητα του σογιάλευρου, που θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί στο υποκατάστατο :
Χ = Π x B
Τ
όπου
• Χ, η ποσότητα σε γραμμ. του σογιάλευρου, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να φτάσει η περιεκτικότητα του υποκατάστατου σε πρωτείνη στ 23%
• Π, η επιθυμητή περιεκτικότητα σε πρωτείνη, 23%
• Β, η συνολική ποσότητα, σε γραμ. του υποκατάστατου
• Τ, η % περιεκτικότητα σε πρωτείνη του σογιάλευρου που χρησιμοποιείται

Παράδειγμα : έστω ότι χρειαζόμαστε 10 κιλά υποκατάστατο με περιεκτικότητα
σε πρωτείνη 23%, ενώ έχουμε στη διάθεσή μας σογιάλευρο με
περιεκτικότητα σε πρωτείνη 40%.
Χ = (23) x 10.000 γραμ. = 5.750 γραμ. σογιάλευρου
(40)
Θα πρέπει λοιπόν να αναμείξουμε 5.750 γραμ. σογιάλευρο,
1000γραμ. γύρης (10% επί του συνολικού βάρους) και
3.250 γραμ. ζάχαρης (το υπόλοιπο)

Παρασκευή του υποκατάστατου :
Η παρασκευή του υποκατάστατου γίνεται πάνω σε χαμηλή φωτιά. Στη αρχή προσθέτουμε λίγο νερό, ποσότητα ικανή να διαλύσει τη γύρη, την οποία προσθέτουμε στο νερό, μόλις αυτό ζεσταθεί, ανακατώνοντας συνεχώς. Όταν η γύρη διαλυθεί προσθέτουμε τη ζάχαρη, χωρίς να σταματούμε να ανακατώνουμε. Τελευταίο προσθέτουμε το σογιάλευρο, το οποίο αφού ανακατευτεί καλά, απομακρύνουμε το μίγμα από τη φωτιά. Το αφήνουμε να κρυώσει και το τοποθετούμε σε πλαστικές σακκούλες ανά 150-250 γραμ. .

Προφυλάξεις :
Καμιά τροφή δεν μπορεί να υποκαταστήσει πλήρως τη γύρη στη διατροφή των μελισσών. Η χρησιμοποίηση του υποκατάστατου είναι συμβατικό μέτρο, που βοηθά το μελισσοκόμο να αντιμετωπίσει προσωρινά την απουσία της.


• εάν το υποκατάστατο δίνεται στα μελίσσια σε εποχή που φυσιολογικά έχει σταματήσει η ωοτοκία της βασίλισσας, θα προκαλέσει διέγερση στις μέλισσες, ώστε αυτές να συνεχίσουν να εκτρέφουν γόνο και να συλλέγουν τροφές. Εάν δεν υπάρχουν στην φύση διαθέσιμες τροφές, οι μέλισσες γίνονται αρχικά λεηλάτριες και αργότερα παύουν να αντιδρούν στους διάφορους ερεθισμούς του μελισσιού. Οι μέλισσες πετούν σε άσχημο καιρό και χάνονται. Γι’ αυτό και το υποκατάστατο γύρης δεν πρέπει να δίνεται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 2 εβδομάδων.
• Η τροφή πρέπει να τοποθετείται πάνω στους κηρηθροφορείς σε επαφή με τη γονοφωλιά, γιατί όταν βρίσκεται μακριά από τον γόνο, οι μέλισσες δεν τη χρησιμοποιούν.
• Ένα μελίσσι για να χρησιμοποιήσει το υποκατάστατο γύρης, πρέπει να έχει ήδη στη διάθεσή του λίγη γύρη, χωρίς την οποία δεν ξεκινά η εκτροφή του γόνου. Έτσι μπορεί η βασίλισσα να ωοτοκεί, αλλά οι μέλισσες να μην εκτρέφουν τις εκκολαπτόμενες προνύμφες
• Μελίσσια ορφανά ή μελίσσια που στερούνται γόνου δεν παίρνουν πρόθυμα το υποκατάστατο. Στα μελίσσια αυτά πρώτα τοποθετείται ένα ή περισσότερα πλαίσια ανοικτού γόνου και μετά δίνεται η πρωτεϊνική τροφή.
• Η συχνή χρησιμοποίηση υποκατάστατου γύρης την άνοιξη, είναι αιτία εμφάνισης Νοσεμίασης και Ασκοσφαίρωσης.
Πλεονεκτήματα :
• Το υποκατάστατο γύρης εξασφαλίζει στις μέλισσες τις απαραίτητες πρωτεΐνες και τις διεγείρει ώστε να εκθρέψουν γόνο.
• Το κόστος είναι χαμηλότερο συγκριτικά με τροφές που περιέχουν αποκλειστικά γύρη.

Μεταφορές Μελισσιών

Με την συνεχή αύξηση του αριθμού των μελισσοσμηνών και τον συνεχή περιορισμό της μελισσοκομικής χλωρίδας (πυρκαγιές, εκχερσώσεις), η μεταφορά των μελισσιών για την εκμετάλλευση των ανθοφοριών διαφόρων περιοχών, θεωρείται πια σύμφυτη με την επαγγελματική μελισσοκομία. Άλλωστε και από τα πολύ παλιά χρόνια η μελισσοκομία στην Ελλάδα χαρακτηριζόταν ως νομαδική, καθώς η χώρα μας δεν διαθέτει στο μεγαλύτερο της ποσοστό εκτάσεις ομοιόμορφης βλάστησης ικανές να συντηρήσουν όλο το χρόνο, έναν αριθμό επαγγελματικών μελισσοκομικών μονάδων.
Ανάμεσα στις απαραίτητες γνώσεις που πρέπει να έχει ένας μελισσοκόμος, ως προϋπόθεση επιτυχίας, είναι και η γνώση των μελισσοκομικών νομών που μπορεί να εκμεταλλευτεί και των περιοχών που αυτές βρίσκονται. Έτσι κάθε χρόνο - ανάλογα με τους στόχους του - θα πρέπει να καταστρώνει ένα πρόγραμμα μεταφορών των μελισσιών του. Σημαντικό στοιχείο, αναφορικά με τις περιοχές που θα επιλέξει, αποτελεί το γεγονός ότι, μία περιοχή όπου συγκεντρώνονται πολλά μελίσσια, δεν αποτελεί κατ’ ανάγκη και την καλύτερη δυνατή λύση. Κι αυτό γιατί σ’ αυτές τις περιοχές η πληθώρα των μελισσοκομείων μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των αποδόσεων, λόγω ανταγωνισμού, μετάδοση ασθενειών, φαινόμενα λεηλασίας κ.α..
Η Ελληνική νομοθεσία δεν διαθέτει νόμους και διατάξεις για τον ανώτερο αριθμό μελισσιών, που μπορούν να συγκεντρωθούν σε μια περιοχή, ή την απόσταση που θα πρέπει να έχουν δύο γειτονικά μελισσοκομεία. Αυτό επαφίεται κάθε φορά στη συναδελφική κατανόηση του κάθε μελισσοκόμου. Άλλωστε η μελισσοχωριτικότητα, ο αριθμός δηλαδή των μελισσιών που μπορούν να συνυπάρξουν σε μια περιοχή χωρίς να παρουσιαστεί μείωση των αποδόσεων, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το είδος και η κατάσταση των χλωρίδας, οι καιρικές και εδαφικές συνθήκες, η δυναμικότητα των μελισσών, κ.α.. γι’ αυτό και είναι δύσκολο να καθοριστεί. Σύμφωνα με κάποιες αναφορές από χώρες του εξωτερικού σε μια συγκεκριμένη περιοχή ακτίνας 1-2 χιλιομ. Δεν πρέπει να συνυπάρχουν περισσότερα από 75-100 μελίσσια. Ο αριθμός αυτός φαίνεται φανταστικός για τις ελληνικές συνθήκες, αφού σε συγκεκριμένες περιοχές και εποχές του έτους, π.χ. τον Αύγουστο στη Θάσο, ξεπερνιέται κατά πολύ, με δυσμενείς όπως είναι φυσικό επιπτώσεις και στην απόδοση αλλά και στην υγιεινή των μελισσιών

Μετακινήσεις μελισσιών σε αποστάσεις μερικών μέτρων

Οι μέλισσες, οι συλλέκτριες μέλισσες, έχουν συγκεκριμένη εικόνα στο μυαλό τους για τη θέση της φωλιάς τους, την οποία και κρατούν στη μνήμη τους. Έτσι εάν ένα μελίσσι μεταφερθεί μερικά μέτρα μακριά από την αρχική θέση του, οι συλλέκτριες μέλισσες θα επιστρέψουν στην παλιά θέση και θα χαθούν, αφού ύστερα δεν θα μπορούν να βρουν την κυψέλη τους.
Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό θα πρέπει οι κυψέλες να μετακινούνται κάθε ημέρα κατά 0,5 έως 1 μέτρο, έτσι ώστε οι μέλισσες να συνηθίζουν την νέα θέση χωρίς να χάνονται.
Για την μετακίνηση κυψελών κατά 10-20 ή και περισσότερα μέτρα, η οποία πρέπει να γίνει αμέσως, μπρεί να χρησιμοποιηθεί το νιτρικό αμμώνιο (NH4NO3 ) . Η ουσία αυτή προκαλεί απώλεια μνήμης στις μέλισσες, και έχει χρησιμοποιηθεί και στ παρελθόν για κοντινές μετακινήσεις, για συνενώσεις μελισσιών, για την καταστολή λεηλασίας, αντικατάσταση βασιλισσών κ.α..
Στις Η.Π.Α. χρησιμοποιείται με επιτυχία το κοκκώδες λίπασμα νιτρική αμμωνία 33% στο καπνιστήρι, με δύο τρόπους :
τοποθετείται στο καπνιστήρι μία κουταλιά του γλυκού νιτρική αμμωνία μέσα σε ένα κομμάτι λινάτσα. Ποτέ το λίπασμα δεν τοποθετείται απ’ ευθείας στη φωτιά, γιατί θα καεί αμέσως χωρίς να κάνει τίποτα
ή διαλύονται 910 γραμ. νιτρικής αμμωνίας σε 3, λίτρα νερό και εμβαπτίζοται στο διάλυμα αυτό κομμάτια λινάτσας, μεγέθους 15-20 εκατ.. τα κομμάτια αυτά αφού στεγνώσουν χρησιμοποιούνται ως καύσιμη ύλη στ καπνιστήρι.
Προσοχή :
μεγαλύτερη από την απαραίτητη ποσότητα καπνού μπορεί να ακινητοποιήσει, να αναισθητοποιήσει ή και να θανατώσει τις μέλισσες
ο καπνός της νιτρικής αμμωνίας θα πρέπει να εξέρχεται χωρίς δυσκολία από το καπνιστήρι, καθώς διαφορετικά υπάρχει σοβαρός κίνδυνος έκρηξης
με την ακινητοποίηση ή και αναισθητοποίηση των μελισσών, η οποία μπορεί να κρατήσει μέχρι και 15 λεπτά, έχουμε απώλεια γόνου, ο οποίος εκείνο το διάστημα δεν ταίζεται, ενώ υπάρχουν ενδείξεις μείωσης της διάρκειας της ζωής των ίδιων των μελισσών.


Μετακινήσεις μελισσιών σε αποστάσεις μέχρι 3 χιλιομ.

Η μετακίνηση μελισσιών σε απόσταση έως 3 χιλιόμετρα, θεωρείται μικρή για τις μέλισσες, και μπορεί να προκαλέσει σοβαρές απώλειες σε πληθυσμό, συλλέκτριες μέλισσες, οι οποίες θα επιστρέψουν στην παλιά θέση της φωλιά τους.
Σε τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει τα μελίσσια πρώτα να μεταφερθούν για 1 μήνα σε απόσταση τουλάχιστον 10 χιλιομέτρων και μετά να τοποθετηθούν στην καινούργια τοποθεσία.
Επειδή αυτό στις περισσότερες περιπτώσεις είναι σχεδόν αδύνατο, για να χάσουν οι μέλισσες τη μνήμη της θέση της κυψέλης τους, τα μελίσσια - που πρόκειται να μετακινηθούν - μένουν κλειστά για 48-36 ώρες σε σκιερό μέρος και αφού έχουν εφοδιαστεί με άφθονο νερό. Σ’ αυτό τα διάστημα οι μέλισσες χάνουν τη μνήμη της παλιάς θέσης της φωλιάς. Η επιτυχία αυτής της μεθόδου εξαρτάται από τη δυναμικότητα του μελισσιού. Μελίσσια λίγων πλαισίων, μικρής δυναμικότητας, αφ’ ενός χάνουν πιο γρήγορα τη μνήμη τους, αφ’ ετέρου δεν κινδυνεύουν να πεθάνουν από θερμοπληξία κατά τον εγκλεισμό τους.
Μετακινήσεις μελισσιών σε αποστάσεις μεγαλύτερες των 3 χιλιομέτρων

Για να μετακινηθούν κυψέλες σε μεγάλες αποστάσεις θα πρέπει να προετοιμαστούν :
• να τοποθετηθούν συνδετήρες σε κάθε κινητό μέρος της κυψέλης (καπάκι, πυθμένας, κ.α.)
• τα μελίσσια να περιέχουν όσο το δυνατό λιγότερο μέλι
• οι κυψέλες να είναι σε καλή κατάσταση, όχι σάπιες, με ρωγμές ή ανοίγματα
• εάν η εποχή της μεταφοράς χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα υψηλές θερμοκρασίες, τα μελίσσια είναι δυνατά και η απόσταση που θα πρέπει να καλυφθεί μεγάλη, θα πρέπει να τοποθετηθούν στα μελίσσια εσωτερικοί τροφοδότες με νερό.
Το φόρτωμα των μελισσιών θα πρέπει να γίνεται βραδινές ώρες, όταν όλες οι συλλέκτριες έχουν επιστρέψει στις κυψέλες.Οι μελισσοκόμοι θα πρέπει να φορούν άρβυλα και χονδρά γάντια, γιατί καθώς το φόρτωμα γίνεται συνήθως στα σκοτεινά, υπάρχει κίνδυνος φιδιών ή σκορπιών, ή ακόμα και αγκαθιών κ.α.
Το φόρτωμα γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να κυκλοφορεί ο αέρας ανάμεσα από τις κυψέλες, ενώ δεν πρέπει να ξεπερνιέται το ωφέλιμο φορτίο και το επιτρεπόμενο ύψος του αυτοκινήτου. Τα πλαίσια των μελισσιών να είναι παράλληλα προς τις πλευρές του φορτηγού.
Καλό είναι το ταξίδι να γίνεται χωρίς διακοπή. Εάν οι θερμοκρασίες που επικρατούν είναι υψηλές, τα μελίσσια διαβρέχονται σε τακτά χρονικά διαστήματα με νερό.
Η κάθε ντάνα κυψελών θα πρέπει να δένεται καλά και στο τέλος όλο το φορτίο μαζί, ώστε να παραμένουν όσο γίνεται ακίνητες κατά τη μεταφορά.


Κατά τη μεταφορά μελισσιών στο αυτοκίνητο θα πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχουν καπνιστήρι, καύσιμη ύλη, ξέστρο, μάσκες, σφυρί, καρφιά, γύψος, εφημερίδες, ένας ψεκαστήρας με νερό και μερικά σακιά καλά χωρίς τρύπες. Τα εφόδια αυτά μπορεί να αποδειχθούν πολύ χρήσιμα σε περίπτωση μικροατυχήματος.

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση 5936/550/1971 , ΦΕΚ 72/1971, επιτρέπεται η μεταφορά μέχρι και 5 ατόμων, εργατών ή μελών της οικογένειας του μελισσοκόμου, με το μελισσοκομικό αυτοκίνητο, εφόσον τα άτομα αυτά πηγαίνουν για να τρυγήσουν, ή να επιθεωρήσουν τα μελίσσια, ή να τα ταίσουν ή ακόμα και όταν μεταφέρουν κυψέλες σε μια ανθοφορία.

Όταν τα μελίσσια μεταφερθούν στην νέα τους θέση και ανοιχθούν αμέσως, χωρίς καμία προφύλαξη, τότε οι μέλισσες ξεχύνονται έξω και πετάνε, με αποτέλεσμα να χαθούν. Υπολογίζεται ότι σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να χαθεί και το 25% του πληθυσμού ενός μελισσιού. Για να μην συμβεί αυτό θα πρέπει πριν αφαιρεθούν οι είσοδοι από τα μελίσσια να ραντίζονται με νερό, από τη σήτα αερισμού, να αφεθούν να ηρεμήσουν για 15 λεπτά και έπειτα να ανοιχθούν με τη βοήθεια καπνού.